Δρ Ευθυμία Κωνσταντινίδου
Διευθύντρια Βιοπαθολόγος
Μικροβιολογικό Εργαστήριο ΝΝΘΑ
Το εμβόλιο BCG (Βακιλλος των Calmette-Guerin) είναι στέλεχος μυκοβακτηριδίου φυματιώσεως
(βοείου τυπου) το οποίο με επανειλημμένες ανακαλλιέργειες σε κατάλληλα υλικά
έχει χάσει την λοιμογόνο ικανότητά του ενώ διατηρεί την ανοσοποιητική του
ικανότητα. Επομένως είναι κατάλληλο για εμβολιασμό κατά της φυματιώσεως και ως
τέτοιο είναι ευρέως γνωστό σήμερα.
Το εμβόλιο αυτό, δεν είναι διαδεδομένο το ίδιο σε όλες τις περιοχές του
κόσμου διότι η εφαρμογή του εξαρτάται από την επίπτωση της φυματιώσεως. Είναι
πχ σπάνιο στις ΗΠΑ και πολύ συχνότερο αλλού δηλ εκεί που υπάρχει συχνό πρόβλημα
φυματιώσεως.
Τονίζεται ότι, η προστασία που παρέχει το εμβόλιο αυτό από την τυχόν
μόλυνση με φυματίωση δεν είναι απόλυτη. Δεν αποκλείει την νόσηση από φυματίωση
αλλά παρέχει ισχυρή προστασία για τις βαρύτερες μορφές της. Δηλαδή δεν
αποκλείεται να νοσήσει από φυματίωση το άτομο που εμβολιάσθηκε αλλά είναι
απίθανο να προσβληθεί από κεχροειδή φυματίωση η φυματιώδη μηνιγγίτιδα.
Ο γιατρός ανεξάρτητα από την χώρα που εχει εκπαιδευθεί, πρέπει στο
καθημερινό έργο του να προσαρμόζει την τακτική του με βάση την υπάρχουσα
κατάσταση επιδημιολογίας της φυματίωσης στον τόπο που εργάζεται, τις ειδικές
συνθήκες εκεί, την κοινωνική ομάδα στην οποία ανήκει ο ασθενής του και η
οικογενειά του και αλλα κριτήρια πέρα
από τα καθαρώς ιατρικά τα οποία φυσικά ουδέποτε πρέπει να αγνούνται.
Αρχίζοντας από τα τελευταία, που είναι καθολικής εφαρμογής, τονίζεται ότι
το στέλεχος BCG (έστω και μειωμένης λοιμογόνου δυνάμεως) είναι ένας «ζωντανός»
μικροοοργανισμός. Επομένως, η χορήγησή του σε άτομα με γενετική ή επίκτητη
ανοσοκαταστολή (χημειοθεραπεία, κορτιζόνη, ακτινοβολία, AIDS κλπ), έχει κίνδυνο προκλήσεως γενικευμένης νόσου
και κατ’ αρχήν απαγορεύεται. Επίσης απαγορεύεται ο εμβολιασμός επι
εγκυμοσύνης. Διάστημα ενός ή δυο μηνών
πρέπει να μεσολαβεί μεταξύ του εμβολίου BCG και άλλων εμβολίων. Τα εμπύρετα νοσήματα
αποτελούν λόγο αναβολής του εμβολιασμού μέχρι πλήρους αναρρώσεως.
Σε γενικές γραμμές, η απόφαση αντιφυματικού εμβολιασμού στην χώρα μας
εξατομικεύεται δηλαδή δεν ανήκει στους λεγόμενους «καθολικούς εμβολιασμούς». Το
ίδιο συμβαίνει και με πολλές αλλες χώρες (αλλά όχι όλες).
Επίσης είναι αυτοννόητο ότι ο εμβολιασμός δεν αφορά άτομα που ήδη εχουν
μολυνθεί με μυκοβακτηρίδο. Δηλαδή απαραίτητη προϋπόθεση συζήτησης για
εμβολιασμό είναι η αρνητική φυματινο-αντίδραση, η θετικοποίηση της οποίας μετα
τον εμβολιασμό είναι (συμβατικά) κριτήριο επιτυχίας του στο άτομο που μας
ενδιαφέρει.
Η σημερινή γενική τακτική, είναι να εμβολιάζεται το άτομο (βασικώς παιδί)
όταν υπάρχει κίνδυνος μολύνσεώς του από το περιβαλλον του (κυρίως άμεσο και
οικογενειακό). Το ευρύτερο όμως
περιβάλλον όπου ενα παιδί μεγαλώνει και δραστηριοποιείται (υποβαθμισμένη γειτονιά,
συνοικία κλπ) δεν μπορεί να αγνοηθεί.
(Το εμβόλιο δεν δίδεται σε άτομα ενώ αυτά είναι υπό αντιφυματική
χημειοπροφύλαξη γιατί τότε η αποτυχία του ειναι δεδομένη)
Για τους ενήλικες ισχύει ως γενική τακτική ο εμβολιασμός να γίνεται
λιγώτερο συχνά και να εχει λιγώτερο ισχυρή ένδειξη από τις παιδικές ηλικίες. Η
ύπαρξη στο άμεσο περιβάλλον ατόμου με φυματίωση δεν συνιστά επιτακτική ανάγκη
εμβολιασμού, αλλά πάντοτε πρέπει να συζητηθεί με ειδικό.
Επαναλαμβάνεται ότι η η προφύλαξη από το εμβόλιο δεν είναι απόλυτη. Γι’
αυτό, η τυχόν μόλυνση του εμβολισθέντος ουδέποτε αποκλείεται. Η θετική
δερμοαντίδραση μετα από BCG είναι απόδειξη
επιτυχίας του δεν εχει αξία ενδεικτική μόλυνσης από φυματίωση. Σε μιά τέτοια
περίπτωση και η μόλυνση ελέγχεται
ανοσολογικά με δοκιμασίες λεμφοκυττάρων τύπου Quantiferon
Eιδική εξαίρεση στην τακτική εμβολιασμού είναι τα επαγγέλματα υγείας,
ειδικώς όταν το άτομο έρχεται σε άμεση επαφή με πάσχοντες από μεταδοτική
φυματίωση και μάλιστα ανθεκτική σε αντιφυματικά. Οι τυχόν παρατηρηθείσες ήδη «μεταδόσεις»
φυματιώσεως ανάμεσα σε άτομα χώρου εργασίας και οι φόβοι μη καλής εφαρμογής
προφυλακτικών μέτρων, ενισχύουν την ένδειξη εμβολιασμού.
Με τα επαγγέλματα υγείας καλό είναι να εξομοιώνονται από πλευράς τακτικής
εμβολιασμού και άλλα επαγγέλματα με αυξημένη επικινδυνότητα μολύνσεως όπως
φυλακές, στρατόπεδα μεταναστών, αεροδρόμια κλπ.
Το εμβόλιο γίνεται ενδομυϊκά στον δελτοειδή μύ, ως μια μόνο δόση. Η τοπική
αντίδραση δυνατόν να οδηγήσει σε σχηματισμό μικρού πομφού ή φυσσαλίδας τις
επομενες 2-3 εβδομάδες που τελικά υποχωρεί με μικρή ουλή. Αν τα τοπικά αυτα
φαινόμενα είναι έντονα ή συνοδεύονται από λεμφαδενική διόγκωση καλό είναι να
ερωτηθεί γιατρός.
http://www.tbcenter.gr/