ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΞΗ...

Η ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ ΜΑΣ …

Η έκδοση του Ηλεκτρονικού Ενημερωτικού Δελτίου (NEWSLETTER) του Μικροβιολογικού - Βιοχημικού Εργαστηρίου και Εθνικού Κέντρου Αναφοράς Μυκοβακτηριδίων, γίνεται με τη φιλοδοξία να αποτελέσει βήμα σύντομης και υπεύθυνης επικοινωνίας, ενημέρωσης και διαλόγου, σε επίκαιρα θέματα εργαστηριακής πρακτικής, στο χώρο του Νοσοκομείου μας .

Με στόχο την ενημέρωση για τεκμηριωμένες θέσεις και οδηγίες , βάσει των εφαρμοζόμενων εργαστηριακών διαδικασιών και μεθόδων και της σύγχρονης βιβλιογραφίας, την παρουσίαση και συζήτηση των θεμάτων ορθολογικής διαχείρισης των διατιθέμενων πόρων και των σύγχρονων μεθόδων εργαστηριακής διάγνωσης, αλλά και της παρουσίασης, για διευκόλυνση του έργου των κλινικών συναδέλφων, χρήσιμων επιδημιολογικών και στατιστικών στοιχείων, από τα δεδομένα του εργαστηρίου, το «Δελτίο» θα θεωρηθεί ότι έχει επιτύχει, όταν η έκφραση «… το γράφει και το NEWSLETTER του Εργαστηρίου…», θα αποτελεί την επιβεβαίωση της εγκυρότητας και της τεκμηριωμένης επιστημονικής γνώσης.

Στην θεματολογία του θα υπάρχει ως βασικό στοιχείο και το « Βήμα Διαλόγου » , με όλες τις υπηρεσίες και τους εργαζόμενους του Νοσοκομείου μας, για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών μας από το Εργαστήριο. Στόχος μας θα είναι να συμβάλει και ως πηγή πληροφόρησης για θέματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως για την πρόληψη των λοιμώξεων, την υγιεινή και ασφάλεια, τη συνεργασία εργαστηρίου και κλινικής κτλ.

Ελπίζω ότι το ηλεκτρονικό αυτό ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ, που κυκλοφορεί με τη συμβολή όλων των εργαζόμενων στο εργαστήριο, τους οποίους συγχαίρω και ευχαριστώ, θα αποτελέσει για όλους μας ένα καθημερινό εργαλείο εργασίας και ενημέρωσης και καλούμε -όλους τους αποδεκτές- για τη δική σας συνεισφορά, με κείμενα και παρατηρήσεις, για την επιτυχία των στόχων έκδοσης του .

Δρ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Δ. ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗΣ

τ. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΝΝΘΑ Η ΣΩΤΗΡΙΑ

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ



ΙΣΙΔΩΡΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ , MSc Immumology

Τεχνολόγος Ιατρικών Εργαστηρίων

Εργαστήριο Επειγόντων ( ΤΕΠ),  ΓΝΝΘΑ «Η ΣΩΤΗΡΙΑ»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ                                                                                                                                

Οι εργαστηριακές εξετάσεις αποτελούν βασικό εργαλείο στην άσκηση της κλινικής ιατρικής. Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων βοηθούν τον κλινικό ιατρό  στην διάγνωση και στον καθορισμό του σταδίου μιας νόσου, στον καθορισμό της ενεργότητάς της, στην διάγνωση της υποτροπής μιας νόσου, στις θεραπευτικές επιλογές, στην παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας καθώς και στην παροχή γενετικών πληροφοριών στην περίπτωση κληρονομικών νοσημάτων.  Συνεπώς, τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων είναι πολύ σημαντικά για τους κλινικούς ιατρούς. Οι εργαστηριακές μετρήσεις έχουν λοιπόν  καίρια σημασία στη διαδικασία διάγνωσης και παρακολούθησης μίας νόσου. Βασική όμως προϋπόθεση αποτελεί η υψηλή ποιότητα που βελτιώνει τη διαγνωστική διαδικασία. 
ΣΤΟΧΟΣ
    Είναι προφανές ότι το επιστημονικό προσωπικό των εργαστηρίων, όλων των βαθμίδων, αντιλαμβάνεται την σημασία του εσωτερικού ελέγχου ποιότητας. Εσωτερικός έλεγχος ποιότητας  καλείται η μελέτη εκείνων των σφαλμάτων για τα οποία είναι υπεύθυνο το εργαστήριο και οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για την αναγνώριση και την ελαχιστοποίησή τους. Ο έλεγχος βελτιώνει την οργάνωση λειτουργίας του εργαστηρίου αναβαθμίζοντας κυρίως την αξιοπιστία των αναλύσεων. Ο εσωτερικός έλεγχος ποιότητας αξιολογεί και διασφαλίζει την εργασία ρουτίνας του εργαστηρίου του τμήματος επειγόντων περιστατικών (ΤΕΠ) . Σκοπός του ελέγχου είναι η καταγραφή, ο έλεγχος και η διασφάλιση της ακρίβειας και επαναληψιμότητας και η ορθή εργαστηριακή πρακτική.
     Γίνεται από όλο το προσωπικό του εργαστηρίου καθημερινά με διαδικασίες που αφορούν στην μέτρηση και αξιολόγηση της λειτουργίας του βιοχημικού αναλυτικού συστήματος, εντός προκαθορισμένων ορίων. Ο έλεγχος ποιότητας  διεξάγεται με δοθείσες από τον κατασκευαστή πρότυπες τιμές και αναφέρεται στα αντιδραστήρια του βιοχημικού αναλυτή Dimension XL200.
     Με τον τρόπο αυτό εντοπίζονται τυχαία και συστηματικά σφάλματα την στιγμή που προκύπτουν και αντιμετωπίζονται με  διορθωτικές ή/και προληπτικές ενέργειες που επίσης καταγράφονται.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Α. ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ
Στην κατηγορία αυτή αναφερόμαστε στις βιοχημικές εξετάσεις της μάζας ισοενζύμου ΜΒ κινάσης της κρεατίνης (ΜΜΒ) και στην καρδιακή τροπονίνη (ΤΝΙ).
Ένα τυπικό καθημερινό  πρόγραμμα εσωτερικού ποιοτικού ελέγχου περιλαμβάνει τα εξής στάδια:

  1.  Έλεγχο της ισχύος της καμπύλης βαθμονόμησης των εξετάσεων και διορθωτικές ενέργειες σε περίπτωση λήξης αυτής με χρήση προκαθορισμένων, από την κατασκευάστρια εταιρία, διαλυμάτων βαθμονόμησης σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή.
  2. Ανάλυση διαλυμάτων Ελέγχου 2 επιπέδων εντός και πάνω από τα όρια αναφοράς (normal – abnormal) και εντός και κάτω από τα όρια αναφοράς (normal – subnormal). Για την εφαρμογή του εσωτερικού ποιοτικού ελέγχου χρησιμοποιούνται καθημερινά :
    • Πρότυπος ορός  Cardiac Markers Plus Control LT (Level 1/ low)
    • Πρότυπος ορός  Cardiac Markers Plus Control LT (Level 2 / medium)
    • Πρότυπος ορός  Cardiac Markers Plus Control LT (Level 3 / high)

  1. Αξιολόγηση αυτών για το αν βρίσκονται εντός των αποδεκτών ορίων. Τα αποτελέσματα θα πρέπει να βρίσκονται εντός του πλαισίου των δύο σταθερών αποκλίσεων (±2SD) από την μέση τιμή του εύρους τιμών που δίνει η κατασκευάστρια εταιρεία.
Αυτό επιτυγχάνεται με την: 
Ι. Χρήση ορών ελέγχου.
ΙΙ. Προσδιορισμό του στατιστικού εύρους των τιμών.
ΙΙΙ. Κατασκευή χαρτών ελέγχου
ΙV. Αξιοποίηση των χαρτών ελέγχου.
V. Διορθωτικά στάδια.
Ποιοτικός έλεγχος (QC), θα πρέπει επίσης να γίνεται όταν:
  • Υπάρχουν αλλαγές στον αριθμό της παρτίδας των αναλωσίμων ή νέα παραλαβή αναλωσίμων.
  • Ο χειριστής της συσκευής δεν έχει εμπιστοσύνη στο αποτέλεσμα για κάποιον ασθενή ή ο επαγγελματίας υγείας δεν πιστεύει ότι το αποτέλεσμα ταιριάζει με την κλινική εικόνα του ασθενούς.
  • Μετά από ουσιαστικές αλλαγές κατά την συντήρηση της συσκευής ή η συσκευή έχει υποστεί φυσική προσβολή (π.χ. πτώση, ακραίες θερμοκρασίες – ζέστη ή κρύο, κλπ).

→ Για όλα τα παραπάνω τηρούνται αρχεία όλων των δεδομένων – αποτελεσμάτων των μετρήσεων.
Β.  ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗ  ΜΕΘΟΔΩΝ
Η επαλήθευση μεθόδων ελέγχου ποιότητας  πραγματοποιείται  µε τη χρήση εµπορικών διαλυμάτων ελέγχου (control samples) , αντιδραστηρίων και διαλυμάτων βαθμονόμησης που προέρχονται από την ίδια κατασκευάστρια εταιρία με βάση τις οδηγίες αυτής. Η επαλήθευση των μεθόδων ποιοτικού ελέγχου βασίζεται στα εξής :
Ειδικότητα (Specificity).
Με τον όρο αυτό περιγράφουμε την ικανότητα μιας αναλυτικής μεθόδου να προσδιορίζει αποκλειστικά και μόνο την ουσία που θέλουμε να μετρήσουμε. Η έλλειψη ειδικότητας είναι αιτία συστηματικού σφάλματος και επομένως ανακρίβειας.
Ευαισθησία (Sensitivity).
Mε τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται η ικανότητα μιας αναλυτικής μεθόδου να διακρίνει μικρές ποσότητες της ουσίας που μετράμε. Η ευαισθησία σχετίζεται α) με το αναλυτικό εύρος, δηλαδή το εύρος συγκεντρώσεως ή άλλης ποσότητας μέσα στο οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος, και β) με την κλίση της διαβαθμιστικής καμπύλης (calibration curve). Το ελάχιστο όριο διάκρισης (detection limit) είναι μια ένδειξη ευαισθησίας και ορίζεται ως το ελάχιστο μονό αποτέλεσμα που με μια πιθανότητα 95% μπορεί  να διακριθεί από ένα κατάλληλο τυφλό (blank). Για πρακτικούς σκοπούς το ελάχιστο όριο διάκρισης ισοδυναμεί με το ποσό που αντιστοιχεί σε 2 σταθερές αποκλίσεις (±2SD, standard deviation ). Σε αυτό το σημείο η ανάλυση γίνεται μόλις δυνατή, αλλά είναι μη επαναλήψιμη και ανακριβής. Υψηλές τιμές τυφλών αυξάνουν το ελάχιστο όριο διάκρισης και μεταβολές μεταξύ των τυφλών επηρεάζουν την επαναληψιμότητα.
Ορθότητα (trueness).
Υπολογίζεται µε πειράµατα ανάκτησης (ανάµιξη δείγµατος ελέγχου ή βαθµονοµητή δείγµατος ρουτίνας διαφορετικών συγκεντρώσεων) και µέτρηση δείγµατος γνωστής συγκέντρωσης έξι (6) φορές τουλάχιστον, εντός της ίδιας ηµέρας. Υπολογίζεται η % ανάκτηση (%R) και το % σφάλµα (bias), αντίστοιχα. Συµπληρώνεται και παρακολουθείται µε τη συµµετοχή σε σχήµατα δοκιµών ικανότητας.
Επαναληψιµότητα (repeatability)
Τουλάχιστον έξι (6) µετρήσεις του ίδιου δείγµατος ελέγχου, χωρισµένου σε µερίδια ή συνενωµένου δείγµατος (pooled sample), χωρισµένου σε µερίδια. Οι µετρήσεις πρέπει να καλύπτουν όλη τη χρονική διάρκεια της ηµερήσιας λειτουργίας του εργαστηρίου. Μεταξύ των έξι µετρήσεων, απαιτείται η ύπαρξη χρόνου αναµονής, τουλάχιστον 15 min. Υπολογίζεται το     CVr% των µετρήσεων.
 Ενδιάµεση πιστότητα (intermediate precision)/ενδοεργαστηριακή αναπαραγωγιµότητα (reproducibility).
Τουλάχιστον έξι (6) µετρήσεις του ίδιου δείγµατος ελέγχου υπό διαφορετικές συνθήκες, π.χ. διαφορετικές ηµέρες και µε χρήση τουλάχιστον δύο διαφορετικών παρτίδων αντιδραστηρίων του αναλύτη. Επίσης, µπορεί να γίνει χρήση των αποτελεσµάτων από τα διαγράµµατα εσωτερικού ελέγχου ποιότητας (QC). Υπολογίζεται το CVR% των µετρήσεων.
Υπολογισµός του Ορίου Ανίχνευσης (Limit of Detection/LOD) ή αλλιώς η ελάχιστη συγκέντρωση μιας παραμέτρου που μπορεί να ανιχνευθεί από την μέθοδο και Υπολογισμός του Ορίου Ποσοτικοποίησης (Limit of Quantification/LOQ) που αναφέρεται ως η ελάχιστη συγκέντρωση της μετρούμενης παραμέτρου που μπορεί να προσδιοριστεί ποσοτικά με αποδεκτή ακρίβεια και επαναληψιμότητα, όταν είναι κρίσιµα για την εξαγωγή συµπερασµάτων από την εξεταζόµενη παράµετρο. Τα χαρακτηριστικά υπολογίζονται µε εξαπλή µέτρηση αραιωµένου δείγµατος κοντά στο δηλωµένο από τον κατασκευαστή όριο ποσοτικοποίησης εντός της ίδιας ηµέρας. Ιδιαίτερα, στην περίπτωση ανοσοχηµικών τεχνικών µπορούν να χρησιµοποιηθούν διαγράµµατα ανακρίβειας (διάγραµµα SD συναρτήσει συγκέντρωσης).
Γ. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑΣ
Εκτιµώνται οι συνιστώσες της αβεβαιότητας, ως:
Τύπου Α: Από την τυπική απόκλιση έξι (6) τουλάχιστον µετρήσεων υπό συνθήκες
ενδοεργαστηριακής αναπαραγωγιµότητας, σε όλα τα επίπεδα συγκέντρωσης που
εξετάσθηκαν κατά την επαλήθευση και από την τυπική απόκλιση έξι (6) µετρήσεων κάθε παραµέτρου από τα πειράµατα ανάκτησης .                                   
Τύπου Β: Εκτιµώνται οι πηγές αβεβαιότητας από τους χρησιµοποιούµενους βαθµονοµητές του αυτόµατου αναλυτή. Εφόσον πραγματοποιείται ανασύσταση του βαθµονοµητή, µπορεί να εκτιµηθεί και η συνεισφορά από την αβεβαιότητα του χρησιμοποιούμενου ογκομετρικού εξοπλισµού (π.χ πιπετών). Γενικά,  όλες οι πηγές της αβεβαιότητας τύπου Β καταγράφονται και δίνονται οδηγίες για τον περιορισµό της συνεισφοράς τους στο τελικό αποτέλεσµα (εξοπλισµός, δειγµατοληψία, μεταφορά δειγµάτων, προαναλυτική ετοιµασία του δείγµατος κ.α.).
Η συνδυασμένη αβεβαιότητα υπολογίζεται από το νόµο διάδοσης των αβεβαιοτήτων.  
Για την εκτίµηση της καταλληλότητας εφαρµογής της µεθόδου από το εργαστήριο, η
διευρυµένη αβεβαιότητα συγκρίνεται µε τις τιµές που δίνονται από τον κατασκευαστή της συσκευής ή/και από τις τιµές που δίνονται από τη βιβλιογραφία.
 Δ. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕΘΟΔΩΝ
       Οι περισσότερες ποσοτικές εργαστηριακές αναλύσεις αποτελούνται από στάδια και κάθε στάδιο υπόκειται μέχρι ενός σημείου σε σφάλματα ή στην πιθανότητα αυτού. Στη γλώσσα μας ο όρος σφάλμα (error)  υπονοεί το λάθος. Οι έννοιες όμως στατιστικά δεν είναι ταυτόσημες. Τα λάθη οφείλονται σε απροσεξία, άγνοια και καμιά φορά ασυνειδησία. Σε αυτά ανήκουν η λανθασμένη ανάγνωση των τιμών από τα όργανα, τα λάθη κατά τους υπολογισμούς ή την αντιγραφή των αποτελεσμάτων, η παράλειψη της προσθήκης ενός ή περισσότερων αντιδραστηρίων, η λανθασμένη τεκμηρίωση ασθενών ή δειγμάτων και άλλα. Τα λάθη συνήθως επηρεάζουν ένα μόνο ή ελάχιστο αριθμό δειγμάτων, ενώ τα σφάλματα επηρεάζουν όλα τα δείγματα σε μια ομάδα αναλύσεων.  Τέλος,  τα λάθη σε αντίθεση με τα σφάλματα δεν μπορούν να ελεγχθούν με τις προκαθορισμένες μεθόδους ποιοτικού ελέγχου. Με τον όρο σφάλμα εννοούμε τη διαφορά μεταξύ της προσδιοριζόμενης τιμής μιας ουσίας και της πραγματικής της τιμής. Τα σφάλματα μπορούν να διακριθούν σε δύο κατηγορίες, τυχαία σφάλματα και συστηματικά ή προσδιορίσιμα σφάλματα.
    Τα τυχαία σφάλματα (random errors) είναι αναπόφευκτα και απαντούν όπου γίνονται, φυσικές ή χημικές μετρήσεις. Κάθε στάδιο σε μια ανάλυση έχει τα δικά του σφάλματα, τα οποία μπορούν να διαφέρουν απροσδόκητα από μια μέτρηση στην άλλη.  Αυτά τα επιμέρους σφάλματα είναι συνήθως μικρά αλλά, επειδή προστίθενται σαν την τετραγωνική ρίζα του αθροίσματος των τετραγώνων τους, το αθροιστικό σφάλμα στο τέλος της ανάλυσης μπορεί να είναι αρκετά μεγάλο ώστε να δώσει ανακριβή αποτελέσματα. Τα τυχαία σφάλματα οφείλονται σε ακαθόριστα αίτια και ως εκ τούτου είναι αδύνατο να τα εξαλείψουμε τελείως, γι’ αυτό και τα αντιμετωπίζουμε στο σύνολό τους αναζητώντας τα με στατιστικές διαδικασίες . Τα σφάλματα αυτά προκαλούν έλλειψη επαναληψιμότητας (imprecision), δηλαδή ασυμφωνιά μεταξύ επαναληπτικών μετρήσεων. Αυτό όμως καθορίζει το μέτρο της διασποράς των τιμών που οφείλονται σε τυχαία σφάλματα. Ο ποσοτικός τρόπος εκφράσεως της ελλείψεως επαναληψιμότητας είναι η σταθερά απόκλιση (standard Deviation) ή ο συντελεστής διακύμανσης (coefficient of variation).
Τα συστηματικά ή προσδιορίσιμα σφάλματα μπορούν να μη συμβαίνουν ποτέ, αλλά όταν συμβαίνουν πηγάζουν από αιτίες που μπορούν να προσδιοριστούν, όπως η αστάθεια των οργάνων, τα ακατάλληλα αντιδραστήρια, η εσφαλμένη παρασκευή πρότυπων διαλυμάτων και αντιδραστηρίων, οι εσφαλμένες τεχνικές και κυρίως η έλλειψη ειδικότητας της μεθόδου. Τα σφάλματα αυτά προκαλούν ανακρίβεια (innaccuracy). Η ανακρίβεια αναφέρεται  στην αριθμητική διαφορά μεταξύ της μέσης τιμής μιας ομάδας επαναληπτικών μετρήσεων και της πραγματικής τιμής. Η ανακρίβεια και η έλλειψη επαναληψιμότητας μπορεί να εκτιμηθούν μόνο από ένα σύνολο αποτελεσμάτων και όχι από ένα μόνο αποτέλεσμα. Η μία από αυτές τις παραμέτρους μπορεί να εκτιμηθεί σωστά μόνο εάν η άλλη παραμένει σταθερή. Διαφορετικά, μεταβολές στην ακρίβεια θα συμβάλλουν σε έλλειψη επαναληψιμότητας, ενώ μεταβολές στην επαναληψιμότητα θα οδηγήσουν σε ανακρίβεια. Ο συνδυασμός των δύο αποτελεί την αναλυτική διακύμανση ή μεταβλητότητα (analytical variation) που εκφράζει το ολικό εργαστηριακό σφάλμα (total laboratory error). Η ανακρίβεια και η έλλειψη επαναληψιμότητας μιας μεθόδου συνδέονται σταθερά με την ειδικότητα και την ευαισθησία της.

Τα εργαστηριακά αποτελέσματα λοιπόν που λαμβάνονται, στο  εργαστήριο των ΤΕΠ,  μετά από του καθοριστικού  για την αξιοπιστία αυτών, ποιοτικού ελέγχου συγκρίνονται  με εκείνα της κατασκευαστικής εταιρίας και τυχόν προβλήματα, αντιμετωπίζονται με  διορθωτικές ή/και προληπτικές ενέργειες που επίσης καταγράφονται.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...

Κάντε «κλικ» στον τίτλο για να εμφανιστεί το πλήρες κείμενο... η επιλέξτε από το οριζόντιο μενού κατηγορία αναρτήσεων

=========================================================================