ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗ ΜΑΡΙΑ ,ΕΙΔ. ΙΑΤΡΟΣ ΒΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ
ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΓΝΝΘΑ « Η ΣΩΤΗΡΙΑ»
Το Clostridium difficile είναι η αιτία του Clostridium difficile-associated diarrhea (CDAD), μιας διάρροιας που σχετίζεται με αντιβιοτικά και της ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας (PMC). Σε αυτές τις διαταραχές η υπερανάπτυξη του Clostridium difficile συμβαίνει στο έντερο, τυπικά ως μια
συνέπεια της χρήσης αντιβιοτικών. Η κλινδαμυκίνη και οι ευρέως φάσματος
κεφαλοσπορίνες είναι τα πιο συχνά σχετιζόμενα αντιβιοτικά με CDAD and PMC, όμως σχεδόν όλα τα αντιμικροβιακά μπορεί να
ευθύνονται γι΄ αυτές τις νόσους. Η
ΝΟΣΗΣΗ ΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΞΙΝΗΣ Α ΚΑΙ/Ή Β. Η θεραπεία συνίσταται
σε διακοπή του αντιβιοτικού φαρμάκου και εάν τα συμπτώματα επιμένουν τότε
χορηγείται μετρονιδαζόλη, βανκομυκίνη κ.α.
Η διάγνωση βασίζεται:
A.
σε
κλινικά και επιδημιολογικά χαρακτηριστικά
B.
καλλιέργειες
και κυτταροτοξικές δοκιμασίες που είναι απαιτητικές εργαστηριακά και χρονοβόρες
C.
ανοσοδοκιμασίες
ανίχνευσης τοξίνης που δεν έχουν μεγάλη ευαισθησία
D.
δοκιμασίες
PCR που χρησιμοποιείται για ταχεία διάγνωση του CDAD and PMC
ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΦΕΡΟΥΝ ΣΤΕΛΕΧΗ CLOSTRIDIUM DIFFICILE KAI NA EINAI
ΑΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΟΙ. Γι' αυτό
ένα θετικό αποτέλεσμα ενός τεστ πρέπει πάντα να συνεκτιμηθεί και με την κλινική
εικόνα.
Ένα μοναδικό, πρόσφατα συλλεγμένο δείγμα κοπράνων (10-20ml από υδαρή κόπρανα) είναι
το καταλληλότερο δείγμα για καλλιέργεια, ανίχνευση αντιγόνου και δοκιμασία
τοξίνης του C. difficile. Μόνο τα
υδαρή ή μη σχηματισμένα δείγματα κοπράνων πρέπει να προχωρούν για
επεξεργασία.
Η τοξίνη του C. difficile είναι ασταθής και
αποδομείται σε θερμοκρασία δωματίου μέσα σε δυο ώρες από τη συλλογή του
δείγματος. Για να υπάρξουν τα βέλτιστα αποτελέσματα της εξέτασης, το δείγμα
κοπράνων πρέπει να δουλευτεί μέσα σε αυτές τις δυο ώρες από τη συλλογή του.
Τα δείγματα για τη δοκιμασία τοξίνης πρέπει να φυλάσσονται
στους 40C μέχρι 3 ημέρες και σε περίπτωση
μεγαλύτερης καθυστέρησης διεξαγωγής της δοκιμασίας πρέπει να καταψύχονται στους -700C. H κατάψυξη των δειγμάτων στους -200C οδηγεί σε
δραματική απώλεια της δραστικότητας της τοξίνης.
Τα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα συμβαίνουν όταν τα δείγματα
δεν εξετάζονται ταχέως ή δεν φυλάσσονται στην κατάψυξη μέχρι να εξεταστούν.
Η καλλιέργεια από μόνη της (χωρίς συνακόλουθη εξέταση για
τοξινοπαραγωγά στελέχη C.difficile) οδηγεί σε χαμηλότερη ειδικότητα της
εξέτασης και λανθασμένη διάγνωση CDAD.
Ο μικροοργανισμός απομονώνεται από καλλιέργεια μόνο για
επιδημιολογικούς λόγους και για τεστ ευαισθησίας στα αντιβιοτικά όταν
χρειαστεί.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ
Η ανίχνευση της τοξίνης και η εξουδετέρωσή της με μια
δοκιμασία τοξίνης σε κυτταροκαλλιέργεια θεωρείται ο χρυσός κανόνας λόγο της υψηλής ευαισθησίας (94-100%) και υψηλής
ειδικότητας (99%) της δοκιμασίας.
Ωστόσο αυτή η δοκιμασία είναι ακριβή και απαιτητική τεχνικά
και έχει αργό χρόνο ολοκλήρωσης.
Οι εμπορικά διαθέσιμες ενζυμικές
ανοσοδοκιμασίες (EIAs) γενικά δείχνουν χαμηλότερες ευαισθησίες και ειδικότητες
(45-95% και 75-100% αντίστοιχα). Οι EIAs που ανιχνεύουν και τις δυο
τοξίνες Α και Β προτιμώνται, μιας και κάποια
στελέχη C. difficile παράγουν μόνο
την τοξίνη Β.
Η Real time PCR έχει χρησιμοποιηθεί με
επιτυχία για την ποσοτική ανίχνευση των γονιδίων της τοξίνης του C. difficile σε δείγμα κοπράνων. Συγκεκριμένα
ανιχνεύει το ρυθμιστικό γονίδιο (tcdC)
υπεύθυνο για την παραγωγή των τοξινών Α και Β. Μια θετική PCR για την παρουσία του γονιδίου που ρυθμίζει την παραγωγή
τοξίνης υποδεικνύει την παρουσία του Clostridium difficile και της τοξίνης Α ή/και Β. Ένα αρνητικό αποτέλεσμα
ης PCR υποδεικνύει την
απουσία του γονιδίου του τοξινοπαραγωγού Clostridium difficile αλλά δεν αποκλείει την λοίμωξη
από Clostridium difficile, γιατί
ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να προκύψουν από αναστολείς της PCR, παρουσία του Clostridium difficile σε ποσότητα
μικρότερη από την οριακή που χρειάζεται για τη δοκιμασία κ.α.
ΚΟΙΝΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ C.
DIFFICILE
Η εξέταση του κοινού
αντιγόνου του C. difficile ήταν
διαθέσιμη για πάνω από 15 χρόνια. Ανιχνεύει το ΑΝΤΙΓΟΝΟ το οποίο είναι το glutamate dehydrogenase (GDH) που
παράγεται και φέρεται και από τα
τοξινογόνα και από τα μη τοξινογόνα στελέχη.
Το αντιγόνο C.
difficile GDH παρουσιάζει διασταυρούμενη αντίδραση με το GDH άλλων αναεροβίων, όπως του
Peptostreptococcus anaerobius του Clostridium sporogenes και του Clostridium
botulinum.
Όταν το τεστ για το αντιγόνο δείξει θετικό αποτέλεσμα και
συνδυάζοντας την κλινική εικόνα της διάρροιας από C. difficile τότε η εξέταση για το κοινό αντιγόνο είναι ένας
δείκτης ευαισθησίας (97%) για το ότι το C.
difficile θα είναι παρόν και στην καλλιέργεια.
Ωστόσο η ανίχνευση
του αντιγόνου δεν είναι ένας καλός δείκτης για τη δυνητική έκφραση της τοξίνης.
Μια πρόσφατη δημοσίευση δείχνει ότι σε 62% των θετικών στην GDH δειγμάτων η άμεση εξέταση για την
τοξίνη ήταν θετική. Στα GDH
θετικά - τοξίνη αρνητικά δείγματα που εξετάστηκαν περαιτέρω, το 15% ήταν
τοξινογόνα στελέχη, ικανά να παράγουν τοξίνη.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
Μόνο τα τοξινογόνα
στελέχη σχετίζονται με νόσο ενώ τα μη τοξινογόνα στελέχη μπορεί ακόμη και να
προστατεύονται ή και να αποκλείεται η δράση τους λόγο ανταγωνισμού με τα
υπόλοιπα βακτήρια της χλωρίδας. Γι' αυτό το λόγο οι μέθοδοι που ανιχνεύουν τις τοξίνες είναι οι πιο κατάλληλες για τη
εργαστηριακή διάγνωση του CDAD.
Ιδανικά τα εργαστήρια πρέπει να χρησιμοποιούν μεθόδους που
να ανιχνεύουν και τις δυο τοξίνες Α και Β (TcdA και TcdB) καθώς άτυπα στελέχη TcdA-/TcdB+
έχουν αναφερθεί.
Ένα θετικό τεστ για
την τοξίνη του C. difficile σε
συμπτωματικούς ασθενείς γενικά επιβεβαιώνει την διάγνωση του CDAD.
Ειδική αντιμετώπιση αφορά τον παιδιατρικό πληθυσμό. Τα βρέφη
έχουν μεγάλο ποσοστό αποικισμού (μέχρι 65%) από C. difficile που παράγει τοξίνη.
Η εξέταση που διεξάγεται σε κόπρανα από βρέφη μικρότερα από 12 μηνών που
παρουσιάζουν διάρροια μετά από λήψη αντιβιοτικών έχει υψηλή πιθανότητα να
εμφανίσει θετικό αποτέλεσμα ανεξαρτήτως της πραγματικής αιτίας της διάρροιας.
Γι' αυτό το λόγο η εξέταση για C. difficile που παράγει τοξίνη δεν
συστήνεται στα βρέφη.
Ένα θετικό τεστ για το κοινό αντιγόνο του C.
difficile επιβεβαιώνει την παρουσία του μικροοργανισμού στο δείγμα, όμως
δεν διαχωρίζει το τοξινογόνο από το μη τοξινογόνο στέλεχος. Αναφέροντας ένα δείγμα ως θετικό για τοξίνη
βασιζόμενο μόνο στο γεγονός ενός θετικού τεστ για κοινό αντιγόνο του C.
difficile είναι ανακριβές και παραπλανητικό.
Ένα αρνητικό τεστ για
την τοξίνη του C. difficile με ένα
θετικό τεστ για το αντιγόνο του C. difficile μπορεί να υποδείξει πως η αιτία
της διάρροιας δεν οφείλεται στο C.
difficile.
Επίσης σε αυτή την περίπτωση μπορεί να έχουμε ένα ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα όσον αφορά την
τοξίνη (λόγο έλλειψης σωστής διατήρησης του δείγματος ή χαμηλής ευαισθησίας
της μεθόδου) και μπορεί να συμβεί στο πλαίσιο ενός ασθενή με συμπτώματα και
παράγοντες κινδύνου για CDAD.
Τότε σε αυτή τη περίπτωση είναι χρήσιμη η εξέταση για την τοξίνη του C.
difficile με μια εναλλακτική μέθοδο όπως είναι η τοξινογόνος καλλιέργεια.
Ένα αρνητικό τεστ για
το αντιγόνο του C. difficile έχει υψηλή αρνητική προγνωστική αξία (περίπου 95%)
κάνοντας το πολύ χρήσιμο για τον αποκλεισμό του CDAD.
Πρόσφατα μια πιο σοβαρή μορφή CDAD με αυξημένη νοσηρότητα και
θνητότητα έχει εμφανισθεί η οποία θεωρείται ότι προκαλείται από ένα επιδημικό τοξινουπερπαραγωγό στέλεχος Clostridium difficile (NAP1 strain).
Clinical References
1. Aichinger E, Schleck CD,
Harmsen WS, et al: Nonutility of repeat laboratory testing for detection of Clostridium
difficile by use of PCR or enzyme immunoassay. J Clin Microbiol
2008;46:3795-3797
2. Sloan LM, Duresko BJ,
Gustafson DR, et al: Comparison of real-time PCR for detection of the tcdC gene
with four toxin immunoassays and culture in diagnosis of Clostridium
difficile infection. J Clin Microbiol 2008;46:1996-2001
3. Verdoorn BP, Orenstein R,
Rosenblatt JE, et al: High prevalence of tcdC deletion-carrying Clostridium
difficile and lack of association with disease severity. Diagn
Microbiol Infect Dis 2010;66:24-28
4. Karre T, Sloan L, Patel R, et al: Comparison of two
commercial molecular assays to a laboratory-developed molecular assay for
diagnosis of Clostridium difficile infection. J Clin Microbiol
2011;49:725-727