Ειδικευόμενη Ιατρός Βιοπαθολόγος
Μικροβιολογικό Εργαστήριο & Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Μυκοβακτηριδίων ΓΝΝΘΑ "Η ΣΩΤΗΡΙΑ"
Η αιμόλυση είναι η απελευθέρωση των ενδοκυττάριων συστατικών των ερυθροκυττάρων, των αιμοπεταλίων και των λευκοκυττάρων στο πλάσμα και μπορεί να είναι ορατή (σε μη ικτερικά δείγματα) ως ένας κόκκινος χρωματισμός του πλάσματος ή του ορού μετά τη φυγοκέντρηση του δείγματος. H συγκέντρωση της ελεύθερης αιμοσφαιρίνης που είναι ορατή ως ένας ερυθρός χρωματισμός στο πλάσμα ή τον ορό κυμαίνεται από 100 έως 300 mg/l.
ΑΙΤΙΕΣ ΑΙΜΟΛΥΣΗΣ
Οι λεπτές βελόνες
Ο διαχωρισμός του δείγματος σε αρκετά φιαλίδια κλπ
Η λύση των αιμοπεταλίων και των κοκκιοκυττάρων μπορεί επίσης να επηρεάσει τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών χωρίς όμως ορατή αιμόλυση.
Η δυνατή ανάδευση του φιαλιδίου μετά την αιμοληψία
Η φυγοκέντρηση πριν την ολοκλήρωση της πήξης
Η φυγοκέντρηση μερικώς πηγμένων δειγμάτων από ασθενείς που παίρνουν αντιπηκτικά
Η θετική η αρνητική πίεση στα φιαλίδια δείγματος
Η αραίωση του αίματος με υποτονικό διάλυμα
Η κατάψυξη-απόψυξη του ολικού αίματος
Η αποθήκευση ή μεταφορά του ολικού αίματος
Η παραμονή ολικού αίματος για ημέρες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος
Η προαναλυτική εξέταση φυγοκεντρημένου αίματος αποτέλεσε λόγο απόρριψης του 60% των δειγμάτων λόγο αιμόλυσης. Κατά κανόνα μόνο το 3,2% των αιμολυμένων δειγμάτων οφείλεται σε in vivo αιμόλυση.
ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΜΟΛΥΣΗ ΣΤΟ ΠΛΑΣΜΑ Η ΤΟΝ ΟΡΟ
Συστατικά των κυττάρων του αίματος (που οι συγκεντρώσεις τους είναι πάνω από 10 φορές υψηλότερες από τις εξωκυττάριες συγκεντρώσεις τους) μπορεί να αυξήσουν τις τιμές τους σημαντικά, απελευθερούμενες στο πλάσμα ή τον ορό σε in vivo και in vitro αιμόλυση. Συγκεκριμένα, τα επίπεδα ουσιών όπως το Κ, LDH, AST ανευρίσκονται αυξημένα. Ορισμένα συστατικά των οποίων τα επίπεδα μεταβάλλονται και ανευρίσκονται υψηλοτέρα στον ορό σε σχέση με το πλάσμα προέρχονται από την λύση των αιμοπεταλίων δηλαδή του Κ, ΝΕΥΡΩΝΟΕΝΟΛΑΣΗ, ΟΞΙΝΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ.
ΠΑΡΕΜΒΟΛΕΣ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ
ΠΑΡΑΘΕΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΑΥΤΑ
Παράμετρος: AST
Σχόλια: Η ενεργότητα της AST μέσα στα ερυθροκύτταρα είναι 40 φορές υψηλότερη από ότι στο πλάσμα. Η μέτρηση της AST των ασθενών στο πλαίσιο αιμόλυσης (με τιμές αιμοσφαιρίνης πάνω από 1,5 g/l), προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της ενεργότητάς της
Παράμετρος: Χολερυθρίνη
Σχόλια: Ψευδώς χαμηλές συγκεντρώσεις μετρώνται με μια συγκεκριμένη μέθοδο (jendrassik-grof) γιατί η ψευδοπεροξειδική ενεργότητα της αιμοσφαιρίνης αναστέλλει το σχηματισμό αζωχρωμάτων. Αυτή η αναστολή μπορεί να παρατηρηθεί σε περίπτωση που η συγκέντρωση της ελεύθερης αιμοσφαιρίνης στον ορό είναι μεγαλύτερη από 0.8 g/l.
Παράμετρος: CK
Σχόλια: Η αδενυλκινάση που απελευθερώνεται από τα ερυθροκύτταρα αυξάνει την ενζυμική ενεργότητα των μετρήσεων CK, CK-MB
Παράμετρος: FE
Σχόλια: Δυνητικά η αιμοσφαιρίνη θα μπορούσε να είναι μια τεράστια πηγή σιδήρου. Ωστόσο η αθροιστική επίδραση του σιδήρου είναι ασήμαντη. Γιατί η σύνδεση του σιδήρου με την πορφυρίνη είναι πιο ισχυρή από την σύνδεσή του με την τρανσφερρίνη. Οι μέθοδοι προσδιορισμού του σιδήρου μετράνε μόνο τον αποδεσμευμένο από την τρανσφερρίνη σίδηρο (και όχι αυτόν που είναι συνδεδεμένος με άλλα μόρια).
Παράμετρος: Ολικά λευκώματα
Σχόλια: Η αθροιστική επίδραση της αιμοσφαιρίνης στη συγκέντρωση των ολικών λευκωμάτων είναι μικρή αλλά σημαντική.
Παράμετρος: Ουρικό οξύ
Σχόλια: Μόνο υψηλές συγκεντρώσεις αιμοσφαιρίνης προκαλούν χαμηλότερες τιμές στον ορό. Η μέθοδος ουρικάση-καταλάση είναι πιο ευαίσθητη στην παρεμβολή από ότι η μέθοδος ουρικάση-υπεροξειδάση.
Παράμετρος : Κ
Σχόλια: Η συγκέντρωση του καλίου στα ερυθροκύτταρα είναι σχεδόν 25 φορές υψηλότερη από ότι στο πλάσμα. Η συγκέντρωση του καλίου αυξάνεται ακόμα και όταν η in vitro αιμόλυση δεν είναι ορατή μέσω της κόκκινης χροιάς. Αυτό διαπιστώνεται όταν σε ένα δείγμα ολικού αίματος ανευρίσκονται και χαμηλές τιμές γλυκόζης που σημαίνει ότι έχει κρατηθεί αρκετές ώρες σε θερμοκρασία δωματίου
Παράμετρος: Ανόργανος P
Σχόλια: Τα ερυθροκύτταρα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φώσφορο, όμως το μεγαλύτερο μέρος είναι δεσμευμένο σε οργανικά μόρια. Η άθροιση οργανικών φωσφορικών εστέρων στον ορό μπορεί να προκαλέσει απελευθέρωση ανόργανου P που μπορεί να δώσει ψευδώς αυξημένη συγκέντρωση φωσφόρου. Γι αυτό το λόγο ο ορός πρέπει να διαχωρίζεται από τα ερυθροκύτταρα μέσα σε 2 ώρες από την αιμοληψία.
Παράμετρος: Ηλεκτροφόρρηση πρωτεϊνών ορού
Σχόλια: Τα συμπλέγματα αιμοσφαιρίνης-απτοσφαιρίνης (Hb-Ht) κινούνται μεταξύ των κλασμάτων α2 και β- σφαιρινών. Η ελεύθερη αιμοσφαιρίνη σχηματίζει μια διάχυτη κοκκινωπή μπάντα στην περιοχή των β-σφαιρινών.
Παράμετρος: Ανοσολογικές δοκιμασίες.
Σχόλια: Οι ανοσολογικές δοκιμασίες αξιολογούνται (από κατασκευαστές εμπορικών κιτ) για παρεμβολές της αιμόλυσης στις τιμές αποτελεσμάτων, ακριβώς όπως γίνεται σε όλα τα άλλα χημικά τεστ. Ωστόσο οι κατασκευαστές συχνά προσθέτουν μόνο αιμοσφαιρίνη (κυρίως χρησιμοποιείται η ανθρώπειος μεθαιμοσφαιρίνη) σε δείγματα. Όταν υπάρχει υποψία ότι ένας παράγοντας (που σχετίζεται με αιμόλυση) όπως μια ανασοαντιδρώσα αιμοσφαιρίνη παρεμβαίνει, δεν πρέπει να σχετίζεται πάντα με αιμολυση του δείγματος. Τα ερυθροκύτταρα επίσης περιέχουν και άλλα συστατικά εκτός της αιμοσφαιρίνης που μπορούν να παρεμποδίσουν την ανοσολογική αντίδραση. γι αυτό είναι σημαντικό να ερωτηθεί ο κατασκευαστής για το πως ανιχνεύεται ειδικά η ύπαρξη αιμόλυσης στο δείγμα.
ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΙΜΟΛΥΣΗΣ
Ερυθρός χρωματισμός πλάσματος και ορού
Απροσδόκητη αύξηση Κ, LDH, AST, ΟΞΙΝΗ ΦΩΣΦΑΤΑΣΗ ΚΑΙ ΝΕΥΡΩΝΟ ΕΙΔΙΚΗ ΕΝΟΛΑΣΗ.
Μείωση της απτοσφαιρίνης ορού
Αύξηση της έμμεσης χολερυθρίνης (κατά κανόνα γιατί τα αποτελέσματα ποικίλλουν ανάλογα με τη μέθοδο)
Αύξηση των δικτυοερυθροκυττάρων
Η αιμολυτική παρεμβολή φαίνεται να εξαρτάται γραμμικά από την τελική συγκέντρωση των αιμολυμένων ερυθρών στο δείγμα. Αυτό δημιουργεί συνεπώς μια τάση υπερεκτίμησης της τιμής της ALT, AST, CREA, CK, FE, LDH, ΛΙΠΑΣΗΣ, MG, P, K, και ΟΥΡΙΑΣ. ενώ οι μέσες τιμές της ΛΕΥΚΩΜΑΤΙΝΗΣ, ALP, CL, G-GT, ΓΛΥΚΟΖΗ και ΝΑ ήταν σημαντικά μειωμένες. Κλινικά σημαντικές μεταβολές στις τιμές της AST, CL, LDH, K, και ΝΑ παρατηρήθηκαν και σε δείγματα που εμφάνιζαν ήπια ή σχεδόν μη ανιχνεύσιμη οπτικά αιμόλυση (αιμοσφαιρίνη ορού κάτω από 0,6 g/l). Η ετερογένεια και η απρόβλεπτη απόκριση που παρατηρείται σε αρκετές παραμέτρους κατά την αιμόλυση εμποδίζει την λήψη αξιόπιστων τιμών αλλά και την δημιουργία αξιόπιστων στατιστικών διορθώσεων των λανθασμένων τιμών με βάση τον βαθμό της αιμόλυσης.
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΥΠΩΝ ΑΙΜΟΛΥΣΗΣ
In vitro αιμόλυση
Στην in vitro αιμόλυση έχουμε κόκκινο χρωματισμό του πλάσματος/ορού (αύξηση αιμοσφαιρίνης) και αύξηση Κ, LDH, AST. όμως η απτοσφαιρίνη και ο δικτυοερυθροκυτταρικός δείκτης είναι φυσιολογικά.
Όταν έχουμε απρόβλεπτη αύξηση του Κ αλλά όχι κόκκινο χρωματισμό πλάσματος και ορού, LDH σε φυσιολογικά όρια δηλαδή τιμές ενός αίματος αποθηκευμένο για ημέρες.
Ιn vivo αιμόλυση
In vivo αιμόλυση έχουμε όταν υπάρχει αύξηση αιμοσφαιρίνης (κόκκινο χρώμα πλάσματος ή ορού) αύξηση LDH, αλλά όχι παράλληλη αύξηση του Κ.
Όταν δεν υπάρχει κόκκινος χρωματισμός του πλάσματος/ορού αλλά υπάρχει μείωση της απτοσφαιρίνης και ενδεχόμενη αύξηση των LDH,ΕΜΜΕΣΗΣ ΧΟΛΕΡΥΘΡΙΝΗΣ, ΔΙΚΤΥΟΙΕΡΥΘΡΟΚΥΤΤΑΡΩΝ.
Ορός, πλάσμα χωρίς κόκκινο χρωματισμό, αλλά αύξηση LDH, Κ, ΟΞΙΝΗΣΦΩΣΦΑΤΑΣΗΣ. παρατηρείται σε ΘΡΟΜΒΟΚΥΤΤΑΡΟΛΥΣΗ.
ΑΙΜΟΛΥΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΠΑΡΕΜΒΟΛΗΣ
Η συγκέντρωση στον ορό ή το πλάσμα ορισμένων συστατικών μπορεί να αλλάζει για τους εξής λόγους:
Αυξημένες ή ελαττωμένες τιμές λόγο κλίσης συγκεντρώσεις μεταξύ κυττάρων και πλάσματος.
Τα συστατικά που απελευθερώνονται από τα κύτταρα μπορεί να παρεμβληθούν στις χημικές αντιδράσεις της αναλυτικής διαδικασίας του πλάσματος ή του ορού. Πχ η οξειδωτική δραστηριότητα της αιμοσφαιρίνης επηρεάζει τις μετρήσεις της χολερυθρίνης και η απελευθερούμενη αδενυλκινάση τις μετρήσεις του CK).
Η αιμοσφαιρίνη του δείγματος μπορεί να παρεμβληθεί στις χημικές αντιδράσεις γιατί αλλάζει την μοριακή στερεοδομή άρα και τον συντελεστή απορρόφησης του υποστρώματος ή του προϊόντος της αντίδρασης που μετριέται.
Η αιμοσφαιρίνη απορροφά το φως πολύ έντονα στα 415nm. Γι' αυτό η αιμόλυση (σε αυτό το μήκος κύματος) αυξάνει την απορρόφηση και προκαλεί μια έντονη, φαινομενική αύξηση στις συγκεντρώσεις των ουσιών που μετρώνται σε αυτό το φάσμα μήκος κύματος.
Εάν η λύση των ερυθρών προκύπτει από μια in vitro αιτία, προτείνεται ως η καλύτερη διορθωτική λύση να γίνεται ποσοτικοποίηση της ελεύθερης αιμοσφαιρίνης. Έτσι ενημερώνεται ο κλινικός ιατρός και επαναλαμβάνεται η αιμοληψία.